Στις 22 Απριλίου 1835 τελείται παρουσία του βασιλιά, των μελών της Αντιβασιλείας, των υπουργών, των πρέσβεων και πλήθος λαού το ετήσιο μνημόσυνο του Γεωργίου Καραϊσκάκη. Συγχρόνως γίνεται και η ανακομιδή των λειψάνων του από την Σαλαμίνα, όπου τάφηκε μετά τον θάνατό του, στο τόπο που έπεσε μαχόμενος στο Φάληρο. Ταυτόχρονα γίνεται και ανακομιδή και άλλων ηρωικώς πεσόντων στις διάφορες μάχες που έγιναν στον Πειραιά και τις τριγύρω περιοχές, όπως του Λάμπρου Βέικου, του Δράκου, του Ιωάννου Νοταρά, του Κουρμούλη και πολλών άλλων. Σύμφωνα με την εφημερίδα ΑΘΗΝΑ της 24ης Απριλίου 1835: «Ο άγιος Αιγίνης μετά των εκεί προσδιορισθέντων ανωτέρων αξιωματικών εσυντρόφευσαν τα λείψανα του Καραϊσκάκη και τα έφεραν εις τον λιμένα της Σαλαμίνος, όπου τα επεβίβασαν εις την περιμένουσαν Λέμβον και τα έφεραν εις τον Πειραιά. Εκεί τα εχαιρέτησαν με 17 κανονιοβολισμούς τα εσυντρόφευσεν δ’ακολούθως ο άγιος Αττικής μετά του κλήρου του δια ψαλμωδιών και στρατιωτικής μουσικής και τα έφεραν εις τον τόπον όπου είχεν ανεγερθή το μνημείον. Συγχρόνως δ’απαντήθησαν τα από την αγίαν Ειρήνην μεταφερόμενα λείψανα των λοιπών ηρώων, όπου αι δύω μουσικαί δια των πενθίμων φωνών των έφεραν εις την μεγαλυτέραν κατάνυξιν το πλήθος. Τότε ο κύριος Ιάκωβος εξεφώνησεν τον επιτάφιον λόγον, εψάλη το μνημόσυνον και μετά την τελείωσιν αυτού ο Βασιλεύς πλησιάσας εις το κιβώτιον των λειψάνων του μακαρίτου Καραϊσκάκη , είπεν: Δεν σ’έφθασα ώ ήρως ζώντα δια να ανταμείψω τα όσα ένδοξα κατωρθώματά σου, σε ανταμείβω λοιπόν και μετά θάνατον». Εκβαλλών ο Όθων τον οποίον έφερεν μέγα σταυρόν του Σωτήρος τον έθηκεν επί της κεφαλής του, λέγων: «ούτος δίδεται εις την οικογένειάν σου προς μνημόσυνον αιώνιον των προς τον Ελληνικόν αγώνα λαμπρών κατορθωμάτων σου». Έπειτα στρέψας προς τα δύω κόρας του μακαρίτου τας είπεν ότι, την φροντίδα την οποίαν δι’αυτάς ήθελεν έχει ο πατήρ των αν εζούσε, αναδέχεται ο Ίδιος. Κατά συνέπειαν δε της ομιλίας ταύτης ανεγνώσθη διάταγμα, δια του οποίου εχαρίζετο εις την μεγαλυτέραν 500 στρέμματα γης εις κόρινθον, τα εκατόν δια σταφίδα και 6.000 δραχμάς ως προίκα δια να την νυμφευθή ο δεύτερος υιός του Νοταρά, καθώς ζώντος του πατρός του ήτον συμφωνημένον. Τότε ο αντισυνταγματάρχης Σ. Μήλιος εξεφώνησε λόγον ευχαριστήριον προς τον Βαιλέα. Εναποτέθη το λείψανον του Καραϊσκάκη εις τον τάφον, και συγχρόνως και τα λοιπά κιβώτια, εις τον άντικρυ τούτου επίτηδες ετοιμασθέντα τάφον, ακολούθως ερρίφθησαν τεσσαράκοντα πέντε βολαί κανονίων, και ούτως διελύθη η παράταξις.[…]». [1]